Print this page

Συνέντευξη με τη συγγραφέα του βιβλίου «10 μέρες στην τρελογιαγιά», Λώρη Κέζα

Η Λώρη Κέζα μιλάει στο mamamia.gr για το καινούριο της βιβλίο για παιδιά. 

Πανικός! Οι γονείς πρέπει να φύγουν για 10 μέρες. Πού θα μείνουν τα κορίτσια; Η Καρολίνα και η Βιργινία θέλουν να πάνε στη γιαγιά, οι γονείς ούτε που θέλουν να το σκέφτονται. Η γιαγιά είναι τρελοαμερικάνα, πρώην χίπισσα. Κάποτε έκανε τον γύρο της Ευρώπης με το μηχανάκι της. Ήταν μάλιστα στο Παρίσι τον Μάη του '68. Παντρεύτηκε έναν Έλληνα που πλούτισε στο Βελγικό Κονγκό. Χήρα πια, ζει σε αγρόκτημα στα Βίλια, έχει κανόνα της ζωής της το "απαγορεύεται το απαγορεύεται" και μαθαίνει αραβικά.
Όμως οι γονείς αναγκάζονται να στείλουν τα κορίτσια στην τρελογιαγιά. Εκεί στο αγρόκτημα θα κάνουν μια ακίνητη βόλτα με το παλιό μηχανάκι, θα χορέψουν χορό της κοιλιάς, θα στήσουν ινδιάνικη σκηνή, θα βρουν παλιές φωτογραφίες και, ναι, θα οργανώσουν ληστεία σε ζαχαροπλαστείο.
Η συζήτηση με τη γιαγιά καταλήγει πάντα στο ίδιο θέμα. Γιατί οι Αμερικάνοι περιφρονούν τους Ινδιάνους; Γιατί οι Γάλλοι θεωρούν χαζούς τους Αμερικάνους; Γιατί οι Έλληνες φοβούνται τους μετανάστες; Γιατί οι Βέλγοι φέρθηκαν βάρβαρα στην Αφρική; Γιατί οι Ιάπωνες τα κάνουν όλα ανάποδα; Τελικά, γιατί όλοι νομίζουν ότι είναι καλύτεροι από τους άλλους; (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).

Το βιβλίο «10 μέρες στην τρελογιαγιά» είναι ένα παιδικό πεζαογράφημα για την ξενοφοβία και το ρατσισμό, που διαβάζεται πολύ ευχάριστα και από τους μεγάλους. Η συγγραφέας του Λώρη Κέζα εξηγεί στο mamamia.gr γιατί είναι τόσο δύσκολο να αποτινάξουμε το φόβο απέναντι στη διαφορετικότητα και ποια άλλα «μαθήματα» πρέπει να διδάξουμε στα σημερινά παιδιά.

Το βιβλίο έχει θέμα τον ρατσισμό και την ξενοφοβία. Πιστεύετε ότι υπάρχει ελπίδα η επόμενη γενιά Ελλήνων να είναι περισσότερο δεκτική σε οτιδήποτε διαφορετικό; 

Κάθε γενιά δημιουργεί τους δικούς της αποκλεισμούς· ρατσιστικούς, ταξικούς, κοινωνικούς, ιδεολογικούς. Αυτό δείχνει η Ιστορία, ότι πάντα υπήρχαν παρίες, άνθρωποι στο περιθώριο, τους οποίους οι πολλοί θεωρούσαν υποδεέστερους. Η επόμενη γενιά Ελλήνων θα έχει ενσωματώσει μέρος των αλλοδαπών που ζουν στη χώρα, με μεικτούς γάμους ή λόγω επιτυχιών στον επαγγελματικό, επιστημονικό, αθλητικό τομέα. Θα βρεθούν όμως άλλα θύματα. Πάντα έτσι ήταν, ο ξένος ήταν σε απόσταση για ένα χρονικό διάστημα. Ισχυρίζονται ορισμένοι ότι στην Ελλάδα δεν υπήρχε ρατσισμός επί δεκαετίες, αλλά αυτό είναι λάθος. Υπήρξε ρατσισμός με τους πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, υπήρξε ρατσισμός για ερωτικούς προσανατολισμούς και πολιτικές πεποιθήσεις. Ο ρατσισμός του μέλλοντος θα προκύψει από όσα φέρει ο χρόνος και τούτο εξηγείται από την ανάγκη πολλών να νιώθουν ανώτεροι.

Αυτή την ιδέα, της ανωτερότητας, μπορούμε να τη δούμε ακόμα και στα πιο απλά, στα αστεία ας πούμε που λέει κάποιος στην παρέα του. Για παράδειγμα, όταν κάποιος αφηγείται τις συναντήσεις του με έναν ταξιτζή, έναν περιπτερά ή κάποιον άλλο επαγγελματία που έκανε λάθη στη χρήση της γλώσσας, ουσιαστικά θέλει να αναδείξει τη δική του καλλιέργεια. Γελούν με αυτά τα αστεία όσοι θέλουν να επιδείξουν τη δική τους επάρκεια. Από αυτήν τη θεώρηση της συνύπαρξης, μέσα από δίπολα ανώτερου και κατώτερου, προκύπτουν όλοι οι ρατσισμοί και οι αποκλεισμοί. Πάντα λοιπόν θα υπάρχουν κάποιοι που θα είναι λιγότερο δεκτικοί, επειδή βάζουν τον εαυτό τους σε μια παράλογη σύγκριση.       

Πρόκειται για ένα παιδικό βιβλίο ή για ένα βιβλίο (και) για μεγάλους; Ποιο κοινό είχατε στον νου όταν το γράφατε;

Είναι παιδικό βιβλίο. Το πρώτο χαρακτηριστικό του είδους είναι ότι το κεντρικό πρόσωπο, η αφηγήτρια σε πρώτο πρόσωπο, είναι ένα κοριτσάκι. Υπάρχουν πολλές επεξηγήσεις και απλοποιήσεις, ώστε οι ανήλικοι αναγνώστες να έλθουν σε επαφή με κάποια σπουδαία ιστορικά ζητήματα. Ο Μάης του ’68 περιγράφεται συγκριτικά με έναν οικογενειακό καυγά. Η αποικιοκρατία περιγράφεται μέσα από μια απλούστευση των ολίγων παραγράφων. Τα αστεία είναι σε πρώτο επίπεδο, δηλαδή δεν γράφεται κάτι ως υπαινιγμός. Δεν υπάρχει κανένα προαπαιτούμενο για τον αναγνώστη. Όταν δηλαδή γράφω ότι η γιαγιά είναι από το Σεντ Λούις, σημειώνω ότι βρίσκεται στο Μιζούρι, στις ΗΠΑ. 

Μου αρέσει τα βιβλία για παιδιά να είναι βιβλία για παιδιά. Δεν νομίζω ότι η προσδοκία «διαβάζεται κι από μεγάλους» προσδίδει κάποια αίγλη. Αν κάποιος μεγάλος το διαβάσει, θα είναι σαν να παίζει με τουβλάκια. Είναι λοιπόν τα Lego παιχνίδι για μεγάλους; Ισχύει η ίδια απάντηση για την Τρελογιαγιά.

 

Ποια άλλα πράγματα (εκτός από την ξενοφοβία) θεωρείτε ότι πρέπει να διδαχτούν περισσότερο τα σημερινά παιδιά; 

Η επιλογή της ευτυχίας είναι νομίζω πολύ σημαντικό ζήτημα. Να μάθουμε εμείς και τα παιδιά μας τι είναι αυτό που ευχαριστεί εμάς και όχι τους άλλους, να μάθουμε να επιλέγουμε αυτό που μας ευχαριστεί και όχι αυτό που ικανοποιεί ένα κοινωνικό αίτημα. Σε ένα βιβλίο μπορεί να υπάρχει ένα κυρίαρχο θέμα, όμως έχουν σημασία όσα παράλληλα αναφέρονται ως στιγμιότυπα. Έτσι, στην Τρελογιαγιά μιλάω για την ειλικρίνεια, για την εντιμότητα, για τα στερεότυπα. Για παράδειγμα κάποια στιγμή ο γείτονας της γιαγιάς Κάρολ εμφανίζεται με μια γυναίκα πολύ νεότερή του και τα κορίτσια το σχολιάζουν για να το αναιρέσουν, λένε δηλαδή ότι δεν έχουν δικαίωμα να κρίνουν, ενώ ταυτόχρονα κρίνουν μια κατάσταση που δεν τα αφορά.

 

Το βιβλίο περιέχει αυτοβιογραφικά στοιχεία; Είχατε μια τέτοια τρελογιαγιά ή πιστεύετε ότι θα γίνετε κάπως έτσι στο μέλλον;

Υπάρχουν πολλά στοιχεία από τη ζωή της μητέρας μου, όπως το ταξίδι με το Μοτομπεκάν στα Πυρηναία ή τα παιδικά της χρόνια στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Οι φίλες της τρελογιαγιάς, η Γιαπωνέζα και η Σουηδέζα, είναι μια καρικατούρα ατόμων που έρχονταν στο σπίτι μας όταν ήμουν παιδί. Η σχέση των δυο κοριτσιών θυμίζει τις κόρες μου, αλλά και το ανάλογο ντουέτο που φτιάχναμε με την αδελφή μου. Είναι βιβλίο εν πολλοίς αυτοβιογραφικό, με το σπίτι στην Κυψέλη, με τον παππού που έφτιαξε περιουσία στο εξωτερικό μέσα σε λίγα χρόνια, με τη θεία που κάνει μαθήματα χορού, με τον πατέρα που έχει μονίμως το ένα μάτι στο κινητό, με την οικογένεια που φτιάχνει κανόνες, αλλά δεν τους ακολουθεί. Δεν έχω κατεργαστεί τις αναμνήσεις και τις εμπειρίες, τις έχω ενσωματώσει στη μυθοπλασία του βιβλίου.

 

Στο μέλλον δεν ξέρω αν θα φοράω παρδαλά ρούχα ή αν θα γίνω χορτοφάγος· αν θέλουμε να μιλήσουμε για εξωτερικά γνωρίσματα της τρελογιαγιάς. Νομίζω όμως ότι θα ζω όπως τώρα, στο περιθώριο του καθωσπρεπισμού και των συμβάσεων, ακολουθώντας τους δικούς μου ηθικούς κανόνες, βάσει των οποίων προσπαθώ να ικανοποιώ το ατομικό αίτημα ευτυχίας, χωρίς να νοιάζομαι για τη γνώμη των άλλων. 

κεζα πορτρετο 1

Το βιβλίο «10 μέρες στην τρελογιαγιά» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο...