Ο αντίχειρας της μαμάς ή αλλιώς η (στενωτική τενοντοελυτρτίδα de Quervain), είναι η φλεγμονή των δύο τενόντων του πρώτου ραχιαίου διαμερίσματος στην περιοχή του καρπού. Μέσα στον σχετικά στενό αυτό χώρο βρίσκονται δύο τένοντες, ο βραχύς εκτείνων και ο μακρός απαγωγός, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την κίνηση του αντίχειρα.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες οι τένοντες κινούνται χωρίς πρόβλημα και επιτελούν τη λειτουργία τους. Σε περίπτωση όμως υπερβολικής χρήσης ή οξέος τραυματισμού προκαλείται οίδημα (πρήξιμο) και φλεγμονή στην περιοχή. Κατά συνέπεια, οι τένοντες πιέζονται και παρεμποδίζεται η φυσιολογική κίνηση του αντίχειρα.
Ποια είναι η αιτία;
Στις μητέρες εμφανίζεται συχνά στο διάστημα του πρώτου έτους μετά τη γέννηση του παιδιού, κατά το οποίο έχουν συνήθως τη φροντίδα του μωρού. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πάθηση παρουσιάζεται περίπου στο 25% των μητέρων σε αυτό το χρονικό διάστημα. Οφείλεται στην επαναλαμβανόμενη κίνηση έκτασης, κάμψης και στροφής του αντίχειρα με σκοπό η μητέρα να σηκώσει το μωρό ψηλά, να του αλλάξει πάνα ή απλά να το κρατήσει στην αγκαλιά της.
Στο γενικό πληθυσμό η τενοντίτιδα de Quervain συναντάται με μεγαλύτερη συχνότητα σε ανθρώπους οι οποίοι ασκούν χειρωνακτικά επαγγέλματα και στους νοσηλευτές
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Κύριο σύμπτωμα είναι ο πόνος κατά την κάμψη και έκταση του αντίχειρα, η ελάττωση της δύναμης του αντίχειρα και του καρπού και μερικές φορές ένα μικρό πρήξιμο στην περιοχή. Σε κάποιες περιπτώσεις ο πόνος μπορεί να είναι τόσο έντονος που να εμποδίζει ακόμα και την παραμικρή κίνηση του χεριού.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η διάγνωση γίνεται με την ορθή λήψη ιστορικού και με την κλινική εξέταση, η οποία περιλαμβάνει δύο ειδικές δοκιμασίες. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις χρειάζεται να γίνει κάποια περαιτέρω εξέταση (ακτινογραφία ή μαγνητική τομογραφία), προκειμένου να αποκλειστούν άλλες αιτίες για την προέλευση του πόνου.
Ποια είναι η θεραπεία;
Η θεραπεία είναι αρχικά συντηρητική, με σύσταση για ξεκούραση του χεριού και αποφυγή των δραστηριοτήτων που επιδεινώνουν το πρόβλημα. Η χρήση ενός ειδικού αφαιρούμενου νάρθηκα ακινητοποίησης μπορεί να βοηθήσει, ενώ χορηγούνται παυσίπονα και αντιφλεγμονώδη φάρμακα. Η τοπική χρήση κορτιζόνης πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή και μόνο από ειδικούς ορθοπαιδικούς, αφού ο κίνδυνος τραυματισμού του νεύρου που βρίσκεται στην περιοχή είναι μεγάλος.
Σε ένα ποσοστό περίπου 50%, τα συμπτώματα μπορεί να επιμείνουν, οπότε στην περίπτωση αυτή είναι απαραίτητη η χειρουργική αντιμετώπιση της πάθησης μέσω μίας ελάχιστα επεμβατικής τεχνικής. Με τοπική αναισθησία και με μία πολύ μικρή τομή (2εκ.) στην περιοχή του καρπού διορθώνεται το πρόβλημα. Η ασθενής εξέρχεται την ίδια μέρα από το νοσοκομείο και μπορεί να κινεί άμεσα το χέρι της. Σε 2 εβδομάδες μπορεί διεκπεραιώνει άμεσα όλες τις δραστηριότητες της και να φροντίσει ανώδυνα το παιδί.
Εφόσον η χειρουργική επέμβαση γίνει από εξειδικευμένο ορθοπαιδικό χειρουργό άνω άκρου η τενοντίτιδα δεν εμφανίζεται ξανά.
Ευχαριστούμε τον Παναγιώτη Γ. Πάντο, Ορθοπαιδικό – Χειρουργό, MD, MSc, PhD Διδάκτωρα Ιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντή Άνω Άκρου – Ιατρικό Κέντρο Αθηνών (Μαρούσι), Υπεύθυνο Τμημάτων Άνω Άκρου & Αθλητικών Κακώσεων – Ορθοπαιδική Κλινική OSTEON www.ppantos.gr